- βήσσα
- Πεδινός οικισμός (υψόμ. 40 μ., 197 κάτ.) της Σύρου. Βρίσκεται στο νότιο τμήμα του νησιού. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ποσειδωνίας.
* * *βῆσσα, η (δωρ. τ. βᾱσσα) (Α)1. κοιλάδα ή χαράδρα με πυκνή βλάστηση2. είδος ποτηριού που είναι πλατύ στο κάτω μέρος και στενό στο επάνω.[ΕΤΥΜΟΛ. Το ουσ. βήσσα είναι πιθ. παράγωγο ονόματος ή ρήματος από ινδοευρ. ρίζα. Εάν θεωρηθεί ότι η ρίζα αυτή είναι η *gwādh- «βυθίζω, καταδύω», δηλ. βήσσα < *βᾱθıă, τότε ο τ. βήσσα έχει σχηματιστεί με την απαθή βαθμίδα της λ. βαθύς*, εφόσον βεβαίως γίνει αποδεκτή η υπόθεση ότι ο τ. βένθος* είναι νεώτερος αναλογικός σχηματισμός πιθ. κατά το πένθος. Με τη λ. βήσσα συνδέονται, εξάλλου, τα αβεστ. vī-gāθ- «φαράγγι, χαράδρα», αρχ. ινδ. ρ. gāhate και ουσ. gāhă- «βάθος», αρχ. ιρλ. bāidim «βυθίζω, πνίγω»].
Dictionary of Greek. 2013.